Αποφεύγουν τη συνεργατικότητα οι Έλληνες παραγωγοί
Γράφουν: Γεωργία Μπόχτη, Μαρία Αντωνίου
Ελλειψη συνεργατικής κουλτούρας, παραοικονοµία και ένα επιβαρυµένο παρελθόν που έχει στιγµατίσει την έννοια του συνεταιρισµού στην Ελλάδα συνθέτουν το βασικό τρίπτυχο της αποδεδειγµένης αδυναµίας για τη σύσταση και λειτουργία οµάδων και οργανώσεων παραγωγών στη χώρα.
Ούτε το Μέτρο 9 του ΠΑΑ 2014-2020 δεν φαίνεται να κατάφερε να δελεάσει την πλειονότητα των Ελλήνων παραγωγών, ώστε να κάνουν το αποφασιστικό βήµα προς τον δρόµο της συνεργασίας. Είναι, όµως, µια αρχή, υποστηρίζουν στην «ΥΧ» µελετητές µεγάλων γραφείων που ανέλαβαν την κατάθεση σχετικών φακέλων. Κι αυτό, γιατί οι περισσότερες αιτήσεις αφορούν ήδη συνεταιριστικά σχήµατα, που έχουν αποδείξει ότι µέσω της συνεργασίας µπορεί να αναστραφεί το αρνητικό κλίµα στον πρωτογενή τοµέα, αλλά και µικρές ευέλικτες οµάδες µε τη συµµετοχή νέων και καταρτισµένων ανθρώπων.
ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ, ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΤΥΧΙΑ
Ποιοι και γιατί θα επωφεληθούν από τη συµµετοχή σε συλλογικά σχήµατα
Αυτό εξάλλου είναι το µυστικό για την επιτυχία αυτού του εγχειρήµατος, η συνεργασία. Εάν ένας αγρότης δεν αντιλαµβάνεται τα οφέλη της συνεργασίας, αλλά το κάνει µόνο για τα οικονοµικά κίνητρα, τότε είναι στρατηγικό λάθος του ίδιου, τονίζουν στελέχη πολλών γραφείων που ασχολήθηκαν µε την προετοιµασία φακέλων για τη σύσταση οµάδων και οργανώσεων παραγωγών.
«Υπάρχουν οι οµάδες που πραγµατικά θέλουν να χρησιµοποιήσουν το µέτρο ως µέσο και ως βήµα για ανάπτυξη και περαιτέρω βελτίωση. Υπάρχουν, όµως, και εκείνες που το βλέπουν καθαρά για να λάβουν τα χρήµατα, γιατί τους δίνεται αυτή η δυνατότητα», εξηγεί στην «ΥΧ» ο Ιωάννης Βαΐδης, γεωπόνος, συνιδιοκτήτης και γενικός διευθυντής της εταιρείας Agrolisis στη Βέροια.
«Όταν ξαφνικά µαζεύονται 20 παραγωγοί και λένε ότι θα µπουν στο µέτρο, δεν ξέρω κατά πόσο θα τα καταφέρουν», συµπληρώνει ο Γιάννης Καραστέργιος, γενικός διευθυντής της Agronomia στη Λάρισα, σηµειώνοντας ότι οι παραγωγοί πρέπει «συνειδητά να ενδιαφέρονται για να συµµετάσχουν σε ένα συλλογικό σχήµα».
Όταν είµαστε πολλοί µαζί και διεκδικούµε κάποια πράγµατα, είτε από τον έµπορο που θα πουλήσω το προϊόν, είτε από τον προµηθευτή µου στα φάρµακα-λιπάσµατα, επωφελούµαι από το να είµαι ένας και να πάω να ζητήσω τιµή.
«Όσο µεγαλύτερη είναι µία οµάδα παραγωγών, σε µία καλλιέργεια, σε ένα προϊόν, τόσο µεγαλύτερη είναι η διαπραγµατευτική της δύναµη.»
Γιατί, όµως, θα αποτελέσουν παράδειγµα προς µίµηση; «Με τη σύσταση συλλογικών σχηµάτων, οι παραγωγοί µπορούν να πετύχουν καλύτερη οικονοµία κλίµακος, µε υψηλότερη τιµή στο προϊόν και µειωµένες τιµές στις εισροές. Μπορούν να αποκτήσουν καλύτερες συµβουλευτικές υπηρεσίες και να κλείσουν συµφέρουσες συµβάσεις µε τους προµηθευτές», τονίζει, µεταξύ άλλων, ο Βασίλης Τζιάκας, από την εταιρεία γεωργικών συµβούλων Ergoplanning στη Θεσσαλονίκη. Όπως ο ίδιος προσθέτει, «είναι και ένας τρόπος να αυξηθεί το µέγεθος των εκµεταλλεύσεων στην Ελλάδα».
Σύµφωνα µε την κα Μπαλούρη, «επειδή όλοι είναι σε οικονοµική δυσκολία, αντιλαµβάνονται ότι πλέον όταν είµαστε πολλοί µαζί και διεκδικούµε κάποια πράγµατα, είτε από τον έµπορο που θα πουλήσω το προϊόν, είτε από τον προµηθευτή µου στα φάρµακα-λιπάσµατα, επωφελούµαι από το να είµαι ένας και να πάω να ζητήσω τιµή. Αυτό είναι το κύριο πλεονέκτηµα που βλέπουν, γιατί είναι άµεσο στην τσέπη τους. Τα έµµεσα θα έρθουν έτσι κι αλλιώς».
«Αδιαµφισβήτητα», συµπληρώνει ο κ. Βαΐδης, «όσο µεγαλύτερη είναι µία οµάδα παραγωγών, σε µία καλλιέργεια, σε ένα προϊόν, τόσο µεγαλύτερη είναι η διαπραγµατευτική της δύναµη. Μπορεί να βγει σε εκθέσεις και να παρουσιάσει το προϊόν της, να το δίνει σε ποσότητες και σε περιόδους που το έχει ανάγκη ο πελάτης».
Όπως εξηγεί ο κ. Καραστέργιος, µία οµάδα δεν παράγει απλώς προϊόν. «Γίνεται διαµορφωτής τιµών, διαθέτει ποσότητα για να µπορεί να εξάγει όπως το απαιτούν οι αγορές». Όµως, για να επιτευχθούν αυτά τα οφέλη, τονίζει ότι «πρέπει η ίδια η οµάδα να θέτει κανόνες και να έχει συγκεκριµένους στόχους. Να καταρτίζει επιχειρησιακό πλάνο και να συµµετέχουν τα µέλη της ενεργά. Θα πρέπει να υπάρξει σωστή οργάνωση και να αντιµετωπίζουν τη συµµετοχή τους στην οµάδα σαν να είναι µέτοχοι µιας εταιρείας. Κατά την άποψή µου, στις περιπτώσεις που νέοι άνθρωποι συνειδητά προχώρησαν σε οµάδες για να κάνουν τα παραπάνω, το εγχείρηµα θα αποδώσει».
Επιπλέον κίνητρα
«Ήδη, το Μέτρο 9 και η µείωση των συντελεστών για την αναγνώριση των οµάδων ήταν ένα κίνητρο», σηµειώνει ο κ. Βαΐδης και προσθέτει: «Στις καλλιέργειες εδώ στην περιοχή του Νοµού Πέλλας κυριαρχούν τα οπωροφόρα δέντρα. Παλαιότερα, για να κάνεις αναγνώριση οµάδας παραγωγών ήθελες 300 άτοµα και 3 εκατ. τζίρο, ενώ τώρα τα κριτήρια έπεσαν στα 5-10 άτοµα και χωρίς τζίρο. Σίγουρα, αυτό είναι ένα κίνητρο για κάποιους που έχουν µικρότερα µεγέθη, να κάνουν µία οµάδα ή µία οργάνωση, να µπουν µέσα σε µέτρα όπως το Μέτρο 9 ή τα επιχειρησιακά, αλλά µόνο όταν έχουν σκοπό αυτό να το µεγαλώσουν, γιατί διαφορετικά δεν έχει νόηµα. Αυτό πρέπει να είναι η έναρξη, ώστε πολλές µικρές οµάδες αργότερα να γίνουν µεγαλύτερες ή να συνενωθούν».
Για τους περισσότερους, όµως, παραγωγούς χρειάζεται και κάτι παραπάνω, και εν προκειµένω απαιτείται, όπως µας εξηγούν οι µελετητές, η πολιτεία να δώσει φορολογικά κίνητρα. «Χρειάζεται χαµηλότερος φορολογικός συντελεστής στο ατοµικό εισόδηµα για τα προϊόντα που πουλάει ο παραγωγός µέσω των συνεταιρισµών, ώστε να έχει όφελος και ο ίδιος», τονίζει ο κ. Μπλιάτσιος, συµπληρώνοντας ότι «και τα έσοδα του Δηµοσίου θα είναι περισσότερα, ενώ θα αποτελεί και ένα κίνητρο για να κάτσουν στο ίδιο τραπέζι οι παραγωγοί».
«Με τη λήψη φορολογικών και οικονοµικών κινήτρων, τα αποτελέσµατα θα είναι άµεσα», τονίζει ο κ. Τζιάκας. Ενώ, καλό είναι να υπάρξουν µέτρα σχετικά µε την προώθηση των προϊόντων από τις οµάδες παραγωγών κατά τον κ. Τσίνα, αλλά και να εφαρµοστεί κατά γράµµα ο συνεταιριστικός νόµος κατά τον κ. Καραστέργιο.
«Μία οµάδα δεν παράγει απλώς προϊόν. Γίνεται διαµορφωτής τιµών, διαθέτει ποσότητα για να µπορεί να εξάγει όπως το απαιτούν οι αγορές».
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Συλλογικά σχήµατα που συμμετέχουν στον Μέτρο 9
Στο Μέτρο 9 του ΠΑΑ 2014-2020 συµµετέχουν οµάδες και οργανώσεις παραγωγών όλων των µεγεθών, κυρίως από υφιστάµενα συλλογικά σχήµατα (συνεταιρισµοί), αλλά και νεοσύστατες εταιρείες. Τη µερίδα του λέοντος κατέχει ο τοµέας των οπωροκηπευτικών, µε αιτήσεις που διαχειρίστηκαν η gaiaconsulting, η Agronomia και η protypon.
Στη Λάρισα, για παράδειγµα, η εταιρεία «Γεωργική Ανάπτυξη» διαχειρίστηκε τις αιτήσεις κυρίως µεγάλων σχηµάτων από υφιστάµενους συνεταιρισµούς µε µεγάλο τζίρο στους τοµείς του γάλακτος και των δηµητριακών. Μικρότερα σχήµατα αφορούν άλλους τοµείς, όπως τα αρωµατικά φυτά.
«Οι παραγωγοί έχασαν την εµπιστοσύνη τους, γιατί τα τελευταία χρόνια είδαν κατασπατάληση και κλοπή χρήµατος από τους συνεταιρισµούς, προέδρους να αγοράζουν καινούργια αµάξια»
Η εταιρεία Ergoplanning για το Μέτρο 9 υπέβαλε πολλές αιτήσεις στον τοµέα κυρίως της φυτικής παραγωγής (ρυζοκαλλιέργεια, ελιές, βαµβάκι κ.ά.). Πρόκειται κυρίως για ολιγοµελείς οµάδες, έως 15 µέλη, στο πλαίσιο παλιών άτυπων συνεργασιών ή οικογενειακής µορφής. Επίσης, υπήρχε ενδιαφέρον και από κτηνοτρόφους στον τοµέα της αγελαδοτροφίας. Οι περισσότερες περιπτώσεις για την Agrolisis είναι µικρές οµάδες για δενδρώδεις καλλιέργειες. Μία περίπτωση αφορούσε µικρό συνεταιρισµό που υπάρχει χρόνια και έγινε οµάδα για να µπει στο Μέτρο 9 και µία νεοσύστατη οµάδα παραγωγών 14 νέων ανθρώπων.
Η Euroagro διαχειρίστηκε νεοσύστατες εταιρείες: οµάδες στη φυτική παραγωγή (ρύζι και σιτηρά), µία κτηνοτροφική οµάδα, καθώς και µία που αφορά το επιτραπέζιο σταφύλι, που δεν υπήρχε στον Νοµό Κιλκίς. Στη Βέροια, η AgroQ ΟΕ ενέταξε µία οµάδα από υφιστάµενο συνεταιρισµό σε δενδρώδεις καλλιέργειες και η novacert οργανώσεις παραγωγών στα οπωροκηπευτικά.
Τέλος, πρέπει να αναφερθούµε και στο έργο της GAIA ΕΠΙΧΕΙΡΕΙΝ, η οποία βοήθησε στη σύσταση οµάδων και οργανώσεων παραγωγών σε όλη την Ελλάδα, αλλά κυρίως σε περιοχές που υπάρχει έλλειψη συνεργασίας, στους τοµείς του γάλακτος, του βαµβακιού και των δηµητριακών. Το επόµενο βήµα είναι η συνένωση των οµάδων και οργανώσεων παραγωγών σε µεγαλύτερα σχήµατα, ώστε να αποκτήσουν την απαιτούµενη διαπραγµατευτική δύναµη και να βελτιώσουν τη θέση τους στην αγορά.
ΔΥΣΠΙΣΤΙΑ ΚΑΙ ΠΑΡΕΜΠΟΡΙΟ
Τι φρενάρει τις ομάδες παραγωγών;
Την ίδια ώρα, δεν είναι λίγοι εκείνοι που είδαν το µέτρο ως αντικίνητρο, καθώς θα έπρεπε να αλλάξουν την τακτική της πώλησης προϊόντων τους χωρίς παραστατικά. «Η πολιτεία πρέπει επιτέλους να αποφασίσει να κυνηγήσει το παραεµπόριο», τονίζει στην «ΥΧ» ο Θεόδωρος Ζιάνης, γεωπόνος, γεωργικός σύµβουλος της AgroQ Ο.Ε. στη Βέροια, εξηγώντας ότι οι παραγωγοί που πωλούν µαύρα κερδίζουν εις βάρος των παραγωγών µελών µιας οµάδας ή οργάνωσης, αλλά και της οικονοµίας γενικότερα.
Επιφυλακτικοί οι παραγωγοί
Σύµφωνα µε όλους τους µελετητές, µε τους οποίους επικοινώνησε η «ΥΧ», οι παραγωγοί εµφανίζονται ιδιαίτερα επιφυλακτικοί στη συµµετοχή τους σε συλλογικά σχήµατα εξαιτίας του κακού προηγούµενου που άφησαν πίσω τους οι συνεταιρισµοί κατά το παρελθόν. «Έχασαν την εµπιστοσύνη τους, γιατί τα τελευταία 20 χρόνια είδαν κατασπατάληση και κλοπή χρήµατος από τους συνεταιρισµούς, είδαν συνεταιρισµούς να διαλύονται, προέδρους και µέλη ΔΣ να αγοράζουν καινούργια αµάξια», εξηγεί ο κ. Βαΐδης. «Εκτός από την κακή παρελθοντική εµπειρία, πιστεύω ότι δεν υπάρχει και σωστή ενηµέρωση», προσθέτει ο κ. Μέλιος. «Η πολιτεία, µέσω των θεσµών της, θα έπρεπε να ενηµερώνει τους παραγωγούς πιο δυναµικά. Να επιµένει περισσότερο. Στην αρχή είναι όλοι καχύποπτοι. Διότι η αντίληψη του συνεταιρίζεσθαι δεν είναι σε ώριµο επίπεδο». Για τον κ. Τσίνα, «δεν υπάρχει επιφυλακτικότητα, αλλά υπάρχει πρόβληµα συνεννόησης. Οι παραγωγοί είναι επιφυλακτικοί ο ένας απέναντι στον άλλο». Όπως εξηγεί, µόνο αν λειτουργήσουν συλλογικά, και αντιµετωπίσουν το σχήµα τους ως επιχείρηση θα υπάρχει αποτέλεσµα.
Από την πλευρά της, η Ελένη Μπαλούρη, αντιπρόεδρος της εταιρείας γεωργικών συµβούλων Euroagro, θεωρεί ότι οι παραγωγοί θα καταλάβουν τη λογική του µέτρου αφού εγκριθούν. «Όταν γίνει η υλοποίηση, θα αντιληφθούν ότι όντως είναι καλό και τότε εκτιµώ ότι θα έχουµε πολλούς που θα το µετανιώσουν και θα θέλουν να µπουν στις οµάδες, γιατί θα έχουν καταλάβει ότι έκαναν λάθος που δεν συµµετείχαν. Το η ισχύς εν τη ενώσει, που πάει να περάσει αυτό το µέτρο, δεδοµένης και της οικονοµικής κατάστασης των παραγωγών, είναι εντός εισαγωγικών η λύτρωσή τους, αλλά δεν το έχουν αντιληφθεί».
ΜΕΤΡΟ 9 – ΟΜΑΔΕΣ ΠΑΡΑΓΩΓΩΝ
Στις αρχές Οκτωβρίου, ολοκληρώθηκε το Μέτρο 9 του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης που αφορούσε τη χρηματοδότηση για τη σύσταση ομάδων και οργανώσεων παραγωγών (ΟΠ) ύστερα από περίοδο σχεδόν δέκα μηνών (υπενθυμίζουμε ότι το μέτρο προκηρύχθηκε στις 8 Ιανουαρίου).
Στόχος του μέτρου ήταν η στήριξη συλλογικών σχημάτων, με σκοπό τον προσανατολισμό της παραγωγής στις συνθήκες της αγοράς και τη συγκέντρωση και διάθεση της προσφοράς. Κατά γενική ομολογία, ήταν ένα μέτρο το οποίο έτυχε ευρείας δημοσιότητας και προβολής το προηγούμενο διάστημα.
Το μέτρο αυτό καλύπτει σε ποσοστό 100% τις δαπάνες για τη στήριξη της ίδρυσης νέων ομάδων και οργανώσεων παραγωγών κατά τα πρώτα πέντε έτη λειτουργίας τους, με σκοπό την επίτευξη των στόχων του επιχειρηματικού τους σχεδίου. Στο «κλείσιμο» του μέτρου κατατέθηκαν συνολικά 206 προτάσεις, με τις περισσότερες στον τομέα της φυτικής παραγωγής, συνολικής δαπάνης 41.191.438,61 ευρώ και υπερκαλύφθηκε ο προϋπολογισμός της πρόσκλησης, συνολικού ύψους 25.000.000 ευρώ[1].
«Οι 206 ΟΠ που κατέθεσαν αίτηση για το Μέτρο 9 συγκέντρωσαν συνολικά μια αξία παραγωγής 130 εκατ. ευρώ για την παραπάνω τριετία.»
«Στην Ελλάδα, οι 126 ΟΠ διαχειρίζονται μόλις το 11% της παραγωγής, ενώ αντίστοιχα στο Βέλγιο μόλις 14 χρειάζονται για να εμπορεύονται το 86% της συνολικής παραγωγής».
Σταγόνα στον ωκεανό
Όμως, το σοβαρότερο πρόβλημα βρίσκεται αλλού. Σύμφωνα με υπολογισμούς, το αιτούμενο ποσό από τις 206 ομάδες, που αφορά μόνο το πρώτο έτος πληρωμής, αντιστοιχεί σε περίπου 13 εκατ. ευρώ. Το πρώτο έτος του προγράμματος είναι το πλέον ασφαλές για τις υποθέσεις του άρθρου, αφού προέρχεται από το 10% της τιμολογημένης αξίας της παραγωγής των μελών που συμμετέχουν σε μια ΟΠ για την τριετία 2015-2017 για τους τομείς προϊόντων που είχε αναγνωριστεί η ΟΠ. Με απλά λόγια, οι 206 ΟΠ που κατέθεσαν αίτηση για το Μέτρο 9 συγκέντρωσαν συνολικά μια αξία παραγωγής 130 εκατ. ευρώ για την παραπάνω τριετία. Το ερώτημα είναι ποσό ικανή θεωρούμε την παραπάνω αξία, ώστε να αλλάξει τον τρόπο διαχείρισης των αγροτικών προϊόντων στη χώρα μας;
Η απάντηση αυτή μπορεί να προέλθει από τον παρακάτω πίνακα.
Ο πίνακας 1 δείχνει την αξία της παραγωγής σε όλα τα γεωργικά και κτηνοτροφικά προϊόντα στην Ελλάδα, που για την τριετία 2015-2017 ανέρχεται σε 9,4 δισ. ευρώ. Είναι δίκαιο να αναγνωρίσουμε ότι στον ελαιοκομικό τομέα (κυρίως εξαιτίας του πρόσφατου προγράμματος ελαιουργικών φορέων), καθώς και στον τομέα των οπωροκηπευτικών, υπάρχουν ήδη αναγνωρισμένες οργανώσεις παραγωγών και, επομένως, το ενδιαφέρον για νέες ιδρύσεις είναι περιορισμένο. Ως εκ τούτου, το ενδιαφέρον συμμετοχής στο Μέτρο 9 περιλαμβάνει κυρίως τα δημητριακά, τις βιομηχανικές καλλιέργειες (κυρίως βαμβάκι, καπνό), το ρύζι, τα κτηνοτροφικά φυτά, καθώς και το σύνολο της ζωικής παραγωγής (κυρίως γάλα και γαλακτοκομικά προϊόντα). Όμως, εφόσον το μέτρο ήταν «ανοιχτό» σε όλους τους τομείς, θα πρέπει να βάλουμε στον παρονομαστή την αξία των 9,4 δισ. ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι τα 130 εκατ. ευρώ θα μπουν στον αριθμητή του κλάσματος, που θα αφορά την οργάνωση της ελληνικής αγροτικής παραγωγής.
Πίνακας 1: Eξέλιξη ακαθάριστης αξίας εγχώριας γεωργικής παραγωγής (εκατ. ευρώ, τρέχουσες τιμές παραγωγού)
Φάσεις και αντιφάσεις
Από το σύνολο των 9,4 δισ. ευρώ της συνολικής αξίας φυτικής και ζωικής παραγωγής, το μέτρο, ύστερα από δέκα μήνες και τέσσερις παρατάσεις, μπόρεσε να συσπειρώσει μόλις 130 εκατ. ευρώ, αξία που αντιστοιχεί σε λιγότερο από το 1,5% της αξίας παραγωγής των αγροτικών προϊόντων της ελληνικής υπαίθρου. Το στοιχείο αυτό είναι ιδιαίτερα αντιφατικό για δύο λόγους. Πρώτον, διότι οι απαιτήσεις συμμετοχής στο μέτρο δεν ήταν ιδιαίτερα αυστηρές, για όσους φυσικά είχαν τη δυνατότητα να παρουσιάσουν τιμολογημένη αξία. Για την περίπτωση της παραοικονομίας, χρειάζεται να γίνει ξεχωριστή ανάλυση και, φυσικά, η έξαρσή της είχε αρνητικές επιπτώσεις στην υλοποίηση του μέτρου. Δεύτερον, διότι θα περίμενε κανείς ότι το μέγεθος της κρίσης θα ενεργοποιούσε την ανάγκη συνεργασίας των παραγωγών για την ισχυροποίηση της εξαιρετικά αδύναμης θέσης τους στην εφοδιαστική αλυσίδα. Φαίνεται, όμως, ότι οι ίδιοι οι παραγωγοί δεν πιστεύουν ότι τα συλλογικά σχήματα μπορούν να τους βοηθήσουν να ενδυναμωθούν. Για ποιον λόγο συμβαίνει αυτό μπορούμε να κάνουμε μόνο υποθέσεις, όμως η διαπίστωση αυτή θα έπρεπε να προβληματίζει ιδιαίτερα όσους ασκούν πολιτική στον αγροτικό χώρο.
«Στην Ελλάδα μόλις το 11% της αξίας των οπωροκηπευτικών εμπορεύεται μέσα από συλλογικά σχήματα, όταν το αντίστοιχο ποσοστό για την ΕΕ ανέρχεται σε 47%».
Εντούτοις, τα στοιχεία, που παρουσιάζονται μεταξύ δύο χρονικά διαφορετικών εθνικών στρατηγικών με απόσταση μιας δεκαετίας, είναι απογοητευτικά. Όπως φαίνεται παρακάτω, παρά την αύξηση της αξίας του τομέα και την αύξηση των ΟΠ, το ποσοστό της αξίας των οπωροκηπευτικών που διακινείται μέσα από τις ΟΠ έχει πέσει μόλις στο 10% της συνολικής αξίας του τομέα. Είναι παράδοξο το γεγονός ότι, παρότι στον κλάδο υπάρχουν αρκετές πετυχημένες συλλογικές προσπάθειες, αυτές αντικατοπτρίζουν ένα ασήμαντο μέρος της ελληνικής παραγωγής.
Πίνακας 2: Eξέλιξη συλλογικής οργάνωσης τομέα οπωροκηπευτικών.
Συνεταιριστικό χάσµα
Τα πράγματα γίνονται ακόμα χειρότερα, αν κάποιος επιχειρήσει τη σύγκριση με τους άλλους εταίρους μας.
Για το τι συμβαίνει στα άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ ένας πίνακας ίσον… χίλιες λέξεις.
Πίνακας 3: Οργάνωση του τομέα των οπωροκηπευτικών στην ΕΕ-28 για το έτος 2016
Με απλά λόγια, το 2016 στην Ελλάδα μόλις το 11% της αξίας των οπωροκηπευτικών εμπορεύεται μέσα από συλλογικά σχήματα, όταν το αντίστοιχο ποσοστό για την ΕΕ ανέρχεται σε 47%. Στους δε βασικούς ανταγωνιστές, όπως είναι η Ισπανία, η Ιταλία και η Γαλλία, το ποσοστό αυτό ανέρχεται σε 61%, 65% και 50% αντίστοιχα.
Ένα πρόσθετο συμπέρασμα είναι ότι η ύπαρξη πολλών ΟΠ δεν σημαίνει απαραίτητα και καλύτερη οργάνωση σε μια χώρα. Στην Ελλάδα, οι 126 ΟΠ διαχειρίζονται μόλις το 11% της παραγωγής, ενώ αντίστοιχα στο Βέλγιο μόλις 14 χρειάζονται για να εμπορεύονται το 86% της συνολικής παραγωγής. Αυτό δείχνει ότι οι ΟΠ στην Ελλάδα είναι μικρού μεγέθους, ενδεχομένως τέτοιου ώστε να μην μπορούν να αποκτήσουν αποφασιστικό πλεονέκτημα στη συλλογική διαχείριση των παραγόμενων ποσοτήτων οπωροκηπευτικών. Αυτό και μόνο το συμπέρασμα είναι ικανό να ανοίξει τη συζήτηση για τη συγκρότηση σχημάτων Ενώσεων Οργανώσεων Παραγωγών στον ελληνικό χώρο.
Συνεργασία ίσον εµπιστοσύνη
Τα αίτια της αποσυσπείρωσης πρέπει να αναζητηθούν στην έλλειψη εμπιστοσύνης των παραγωγών στις συλλογικές προσπάθειες, στην απουσία ηγητόρων που μπορούν να πείσουν και άλλους παραγωγούς να συνεργαστούν, αλλά και στις φήμες που έχουν σκοπίμως διαδοθεί στην αγορά ότι η χρεοκοπία των συλλογικών σχημάτων επηρεάζει και την προσωπική περιουσία του κάθε παραγωγού. Ο συνδυασμός των παραπάνω λόγων, χωρίς να αναφερθεί η ευρεία παραοικονομία που «εξαφανίζει» τα τιμολόγια, τόσο απαραίτητα για τη σύσταση ΟΠ, έχουν δημιουργήσει ένα εκρηκτικό μείγμα αποσυσπείρωσης του αγροτικού τομέα (φαινόμενο που είναι ιδιαίτερα έντονο στον τομέα των οπωροκηπευτικών).
Είναι η άποψη του συντάκτη του άρθρου ότι η ανακοίνωση φορολογικών κινήτρων και η αθρόα χρηματοδότηση για τη σύσταση τέτοιων ομάδων θα έχουν μικρό αποτέλεσμα στην οργάνωση του τομέα. Ο λόγος σχετίζεται με τα κοινωνικά αίτια της συγκεκριμένης στάσης των παραγωγών, για την αλλαγή της οποίας χρειάζεται αποφασιστική συνεταιριστική ηγεσία, κατάλληλη εκπαίδευση, αλλά και ικανούς συμβούλους. Επίσης, είναι ξεκάθαρο ότι, σε συνδυασμό με τα φορολογικά κίνητρα, θα πρέπει να γίνει συστηματική ενημέρωση στους παραγωγούς για το ποια είναι τα πρακτικά πλεονεκτήματα της ομαδοποίησης και οργάνωσής τους τόσο στο κόστος παραγωγής όσο και στην εμπορία των προϊόντων, καθώς και για το τι ισχύει στην πράξη σχετικά με τη φορολόγηση των συλλογικών σχημάτων.
Ισχνή η κρατική προσπάθεια
Στον πρόλογο ενός εξαιρετικά ενδιαφέροντος βιβλίου για τη Συνεταιριστική Οικονομία, ο συγγραφέας περιγράφει τα συλλογικά όργανα ως αποτελέσματα της ανάγκης και της διαπίστωσης ότι ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται πόσο αδύναμος είναι όταν είναι μόνος.
Στο πλαίσιο αυτό, η ελληνική κρίση μπορούσε να αποτελέσει καταλύτη για τη διάθεση συνεργασίας των πολιτών, αλλά, δυστυχώς, στον γεωργικό τομέα τα πράγματα κινήθηκαν ανορθόδοξα και αντίθετα από τις προσδοκίες, που, σύμφωνα με τον συγγραφέα, αποδίδονται πρωτίστως στους αυτοσχεδιασμούς του νομικού πλαισίου. Δυστυχώς, τα πρώτα αποτελέσματα από την προσπάθεια στήριξης των ομάδων και οργανώσεων παραγωγών, που η λειτουργία τους εμπίπτει σε λιγότερο δεσμευτικό νομικό πλαίσιο (εφόσον και άλλα νομικά πρόσωπα του εμπορικού δικαίου π.χ. ΙΚΕ μπορούν να συστήσουν Ο), επιβεβαιώνουν ότι υπάρχουν και άλλοι λόγοι για την έλλειψη κουλτούρας συνεργασίας.
Πηγή: Ύπαιθρος Χώρα